Πέμπτη 15 Μαΐου 2014

Αέρας


Ο άνεμος, λένε, είναι σιωπηλός και μόνο όταν βρίσκει στο δρόμο του εμπόδια αποκτά αίσθηση ενσάρκωσης. Ο άνθρωπος, λένε, είναι σιωπηλός και μόνο όταν ο άνεμος περάσει από μέσα του αποκτά φωνή. Όπως εκείνο το βιβλικό: και ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής και έγεινεν ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν.
Αμνιακό υγρό, ζωή ψαριού, αμφίβιου, θηλαστικού. Το πρώτο κλάμα. Ο πόνος του αέρα μέσα σου. Διάταση πνευμόνων, αίσθημα πνιγμού κι αργότερα η μια αναπνοή διαδέχεται την άλλη. Όλη σου η ζωή μια αντανακλαστική λειτουργία. Εισπνοές και εκπνοές σε επανάληψη. Η βρεφική αναπνοή διαδέχεται το ασθενικό καλούπι του ενήλικα. Άλλη ποιότητα αέρα. Άλλος ρυθμός. Με τον καιρό, κάθε συναίσθημα βρίσκει την δική του αναπνευστική ταυτότητα. Η μέσα πνοή που μας θερμαίνει, μας δροσίζει, μας ταράσσει ή μας ηρεμεί. Ο ίδιος άνεμος από την πρώτη ημέρα του κόσμου περνά από στόμα σε στόμα, αγγίζει βουνά, πόλεις και θάλασσες.
Μοιρασμένες αναπνοές, μοιρασμένα μυστικά, μοιρασμένες αλήθειες. Εκείνο που με θρέφει, την ίδια στιγμή με καταστρέφει. Οξυγόνο σημαίνει οξειδώνω. Η πρώτη και η τελευταία αναπνοή, το πέρασμά μας απ’ αυτόν τον κόσμο. Αναπνέω σημαίνει υπάρχω. Σημαίνει σκέφτομαι και εκφέρω λόγο. Σημαίνει τραγουδώ και ελπίζω. Αναπνέω σημαίνει τίποτα δεν έχει ακόμα τελειώσει και όλα κάποια στιγμή τελειώνουν. Σημαίνει ενθουσιάζομαι, μοχθώ, πονάω, θλίβομαι, νικώ. Μόνο ο έρωτας, λένε, μπορεί να σου κόψει για λίγο την ανάσα κι ύστερα πάλι απ’ την αρχή…
[Δημοσιεύθηκε στο ηλεκτρονικό περιοδικό ΛΥΚΟS
τ. 54 | σελ. 6]

Άνευ προηγουμένου


Κατά κανόνα, οι άνθρωποι γουστάρουν αρκετά
τις ιστορίες με βρομιές

Michel Houellebecq

Ασφουγγάριστες επιφάνειες. Αποτυπώματα ποδιών και μυστικοί αεροδιάδρομοι ιπτάμενων αντικειμένων. Λεπιδόπτερα, κουνούπια και αερομαχίες πάνω από στόμια και χαραμάδες. Οι σκιές δεν είχαν χώρο πουθενά. Απομακρύνθηκαν πριν ακόμα κλείσουν κουφώματα και κουρτίνες. Κάποια γυναίκα καλλιεργεί επιθυμίες μέσα σε πολύχρωμα κουτιά απορρυπαντικών. Αναμοχλεύει τελετουργικά χημικές προσμίξεις κι αρωματίζει τον χώρο με ανεπαίσθητες εκκενώσεις λεβάντας και λεμονιού. Αργότερα, ημίγυμνα και ημιδιαφανή σώματα παλεύουν μες στο σκοτάδι, ιδρωμένα κάτω απ’ το χνούδι μηρών, χεριών και στήθους. Επιμελημένο σκηνικό κάθε επίδοξης φαντασίας. Νωρίς το πρωί, πάνω στις ίδιες στεγνές επιφάνειες υδρατμοί αργόσυρτων εκπνοών σπάζουν λίγο-λίγο τη σιωπή, σχηματίζοντας σιδηροδρόμους διεθνών μεταφορών, πολυσύχναστα εμπορικά λιμάνια και χώρους στάθμευσης αυτοκινήτων χωρίς χρέωση και ενσύρματα συστήματα παρακολούθησης. Ελευθερία με άρωμα λεβάντας και λεμονιού άνευ προηγουμένου.

[Η σύγκρουση συντελέστηκε πολύ κοντά στο σημείο επαφής των ανώτερων στρωμάτων της γήινης ατμόσφαιρας με τα τοξικά αέρια κάποιου άγνωστου μέχρι πρότινος πλανήτη, ονόματι xcoelis. Από τα συντρίμμια περισυλλέχθηκε μόνο ένας κάλυκας οργανικής ύλης, καθώς κατέπεσε πάνω σε κάτι τρυφερό σαν ανθρώπινο δέρμα. Οι ειδικοί, όπως αρμόζει σε κάθε υγιής κοινότητα σκεπτόμενων όντων, αδιαφόρησαν για τις συνέπειες του φαινομένου, χαρακτηρίζοντάς το απρόοπτη σύμπτωση ή μεμονωμένο εξωγήινο περιστατικό.]
[Δημοσιεύθηκε στο ηλεκτρονικό περιοδικό ΘΡΑΚΑ]

Τετάρτη 14 Μαΐου 2014

Ανάγκη για συγχώρεση


Είναι αυτά
τα πεσμένα στους αστραγάλους καλτσάκια
και η τσάντα στην άκρη του τραπεζιού
που λένε πως δεν μεγάλωσες
πως ποτέ δε θα μεγαλώσεις
πως πάντοτε
πριν το ξημέρωμα
ο ήλιος θα κουρνιάζει στα δάχτυλα σου ανάμεσα
εξαντλώντας έτσι
την πιο μεγάλη του ανάγκη
για συγχώρεση…

Τετάρτη 30 Απριλίου 2014

"Η Τρύπια"





"Η Τρύπια"


Βασικά η μητέρα μου την είχε πατήσει, διότι όταν ο πατέρας μου την πήρε δεν ήτανε παρθένα. Αυτή η καημένη δεν του το είπε από την πρώτη στιγμή, διότι ντρεπόταν και όταν έγινε η πράξη, εκείνος παραξενεύτηκε που δεν υπήρχε πόνος και αίμα και όταν τελείωσε, σαν γνήσιος επιβήτορας, σηκώθηκε πάνω από το στερημένο κορμί της, και άρχισε να την βρίζει διότι όπως της είχε πει, άλλο περίμενε και άλλο βρήκε. Αυτή η αντίδρασή του την είχε πληγώσει και αισθανόταν ένοχη , έτσι έμεινε αμίλητη και κουρνιασμένη στο ερωτικό κρεβάτι μετά την πράξη, χωρίς να έχει φθάσει καν στον οργασμό. Αυτό κοστολογήθηκε αρνητικά από τον πατέρα μου, που ήθελε όπως έλεγε μια"καθαρή" και όχι μια “τρύπια”. Και δεν το είχε πει μόνο τότε, αλλά δεν παρέλειπε να το λέει σε κάθε καυγά σαν φοβερό ψεγάδι, το οποίο της αφαιρούσε το δικαίωμα να μιλάει και να υπερασπίζεται τον εαυτό της. Της το πέταγε κατάμουτρα ασχέτως, αν εκείνος από την άλλη μεριά, καυχιόνταν για τις ερωτικές του επιτυχίες.


Όταν ήμουν μικρή δεν καταλάβαινα καθόλου αυτό το “τρύπια” και φανταζόμουν ότι είχε σχέση με την φτώχεια και τα τρύπια ρούχα , αλλά πάλι δεν μου κόλλαγε και τόσο διότι η μητέρα μου είχε καταφέρει με την δουλειά της να είναι περιποιημένη και προσεγμένη και αν την έβλεπε κάνεις ποτέ δεν θα την έλεγε φτωχή πολύ περισσότερο με τρύπια ρούχα.

Ο παράδεισος




Ο παράδεισος

Παράδεισος, μια μυστηριώδης λέξη, μια λέξη η οποία δείχνει ότι παλιά, πολύ παλιά υπήρχε ένας όμορφος τόπος όπου ο άνθρωπος ζούσε ευτυχισμένος. Και δεν ήταν μόνο ένας μύθος εβραϊκός, αλλά ήταν ένας μύθος που απλωνόταν σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο, που ξεκινούσε από την Μεσόγειο και έφθανε μέχρι την Πρόσω Ασία. Και δεν ήταν ένας τόπος όπως πολλοί πιστεύουν σαν το «Κήπο της Εδέμ» αλλά ένας τρόπος ζωής, μια μορφή ζωής. Και δεν ήταν ένας τρόπος ζωής ο οποίος βασιζόταν στην αφθονία και τον πλούτο, αλλά ένας τρόπος ζωής που βασιζόταν στην λιτότητα, Ήταν ένας κόσμος άχρονος, ένας κόσμος ατάραχος, σταθερός, χωρίς ανάγκες και απαιτήσεις. Ένας κόσμος ήπιος και αξιοπρεπής, χωρίς ιδιαιτερότητες, χωρίς ιδιοτροπίες, χωρίς ατομικότητα, χωρίς εγωκεντρισμό, χωρίς ιδιοκτησία, χωρίς απληστία και κλοπή Οι αρετές αυτού του κόσμου δεν ήταν αρετές του ατόμου, της προσωπικότητας, διότι η προσωπικότητα δεν υπήρχε. Η εξάρτηση ήταν τόσο μεγάλη που κανένας δεν μπορούσε να συλλάβει την ιδέα του ατόμου, της προσωπικής αυτοδυναμίας, αλλά γνώριζε μόνο τις αρετές του συνόλου, τις αρετές της ομάδας.
πίνακας:Georgia O Keeffe

Η Λόρα,


Η Λόρα,ερχόταν μετά την δουλεία μου, κατά τις έντεκα το βράδυ. Τις περισσότερες φορές την περίμενα στο μπαλκόνι και την έβλεπα από τον πέμπτο όροφο να φθάνει μέσα από τα έρημα πεζοδρόμια, ανάμεσα από τα κουφάρια που κυλιόταν κάθε βράδυ στις όχθες του σιδηροδρομικού σταθμού Πάντα όταν έφτανε κάτω από το μπαλκόνι, έριχνε μια ματιά προς τα πάνω για να δει αν την περιμένω και να της ανοίξω πριν χτυπήσει το κουδούνι και εγώ καρφωμένος εκεί την έβλεπα , την έβλεπα χαρούμενη και κουνιστή με την τσάντα της γεμάτη με τα φοιτητικά της συγγράμματα στον ώμο, να μου στέλνει το χαμόγελο της, με τα λευκά δοντάκια να γυαλίζουν στην βρώμικη νύχτα. Έμπαινε μέσα περνώντας πρώτα από την αγκαλιά μου. Την άφηνα μετά να μου εξιστορήσει τα γεγονότα της ημέρας, καθισμένη στις κίτρινες πολυθρόνες με το τεράστιο χαμόγελο της να σκεπάζει το μυαλό μου σαν μεταξένιος μαντύας , και να απλώνεται απαλά , απαλά πάνω στις συνάψεις. Μετά την πλησίαζα σιγά και την ξανά έκλεινα στην αγκαλιά μου, ή άλλες φορές, ερχόταν αυτή και καθόταν επάνω στα πόδια μου κολλώντας το νεανικό κορμάκι της στο δικό μου Και τα δύο κορμιά δεν αργούσαν να κυλιστούν στο ερωτικό άβυσσο που μας περίμενε λίγα μέτρα από την καρέκλα. Για κρεβάτι χρησιμοποιούσαμε τρία στρώματα , το ένα δίπλα στο άλλο έτσι ώστε να κυλιόμαστε οριζόντια και κάθετα χωρίς κανένα περιορισμό στις κινήσεις και στις στάσεις που μπορούσαμε να πάρουμε
Η νύχτα μύριζε τα υγρά του έρωτα που κυλούσαν ακατάπαυστα, πάνω σ' εκείνα τα στρώματα. Σεντόνια μουσκεμένα , μαξιλάρια τσαλακωμένα πεταμένα στην άκρη . Κορμιά που λαμπύρισαν μέσα στο αχνό φως ενός γερασμένου πορτατίφ , το σκεπάζαμε μ' ένα απαλό ινδικό μαντίλι σε χρώμα μοβ και κίτρινο ενώ το μαγνητόφωνο έπαιζε σιγά μελωδίες της τζαζ., ενώ άγγελοι ερχόταν τα πρωινά να κουβαλήσουν τον ύπνο στα κουρασμένα βλέφαρα της σάρκας, την ώρα που το ανοιξιάτικο πρωινό ξύπναγε την γερασμένη πόλη κάτω από τα πόδια μας. Την ώρα που τα αμάξια βόγκαγαν στο ξεκίνημα της ημέρας . Εκείνη την ώρα εμείς, πέφταμε εξαντλημένοι πίσω από το κίτρινο στόρι του παραθύρου που ξεχείλιζε το σωμάτιο με μια πορτοκαλί θαμπάδα και ήταν σαν να αρμενίζουμε ανάσκελα στις κοιλάδες του παραδείσου. Πίσω από αυτό το στόρι νόμιζα πως δεν ανήκαμε σε αυτό τον κόσμο αλλά σε έναν άλλο, όπου τα μενεξεδένια δέρματα του έρωτα κατέφευγαν για να μην τα αγγίξει η αγριότητα της πόλης, η αγριότητα του αναγκαστικού πρωινού της τετριμμένης καθημερινότητας.
πίνακας: Vladimir Kush

Το άγαλμα της μητέρας


Περνάω, πάλι μόνος μπροστά από το άγαλμα της μητέρας. Αφημένο πάνω στο κρεβάτι του νοσοκομείου και με την ματιά να χαϊδεύει το γερασμένο τοπίο. Γενάρη μήνα πλησίασε η τρέλα στο κελί της και δεν είχε τίποτα για να κρυφτεί από την ψυχιατρική. Με πληγωμένη όραση σήκωσε το κορμί πάνω από τους πλανήτες του νοικοκυριού της μετά το δίπλωσε, το λύγισε, το πέρασε μέσα από της κατακόμβες και σύρθηκε στα δημόσια πάρκα για να λιαστεί για να δει ανθρώπους να πηγαινοέρχονται άσκοπα, να πιάσει συζητήσεις γύρω από τον καιρό .
Περνάω πάλι μόνος, μπροστά από το άγαλμα της μητέρας με την ματιά της να χαϊδεύει το γερασμένο τοπίο Και εγώ μέρος του τοπίου αυτού είμαι, και νιώθω το χάδι της στο παιδικό κεφαλάκι μου και νιώθω τα ζεστά φιλιά της ακόμα και όταν αυτή δεν είναι εκεί.
Βλέπω να της περνούν το σφυγμό, μέσα στο μεσημέρι, την ώρα που ραδιοφωνικοί διαγωνισμοί χάριζαν δώρα σε πρωτοχρονιάτικα κουφάρια ευκαιριών.
Σε κανένα δεν είπε ότι βγαίνει στο πάρκο και ότι εκεί είναι καλοκαίρι, ότι περπατάει όπως παλιά ανάμεσα στα παρτέρια και μιλάει με ανθρώπους της ηλικίας της, για πράγματα όμορφα και απλά.
Σε κανένα δεν το είπε.
Είδε το εξεταστικό βλέμμα του γιατρού την ώρα που ξέσφιγγε το μπράτσο και άφηνε τις γέρικες φλέβες να ξαναγεμίσουν με το αίμα τους, αλλά δεν προδόθηκε καθόταν όπως πάντα στην θέση της με την μάτια να χαϊδεύει το τοπίο μιας πρωτόγνωρης ανατολής. Κανείς δεν είχε καταλάβει ότι δεν ήταν εκεί. Ότι το βλέμμα της είχε πετρώσει είχε γίνει μια κοκκινωπή πέτρα που ένα παιδικό χέρι θα την πετούσε στην αιωνιότητα. Και το χέρι αυτό ήταν δικό μου. Ναι το χέρι ήταν δικό μου. Και αυτό ούτε και εγώ το είχα καταλάβει.
Περνάω πάλι μπροστά από το άγαλμα της μητέρας, ή η μητέρα περνάει μπροστά από το δικό μου βλέμμα. Είμαι στο κρεβάτι του νοσοκομείου και οι γιατροί είναι σκυμμένοι από πάνω όπως τότε έσκυβαν από πάνω της. Εκείνη, την είδα ζωγραφισμένη στον απέναντι τοίχο. Στην φούχτα της ένιωσα ότι κρατούσε μια κοκκινωπή πέτρα που αναγνώρισα ότι ήταν δικιά μου. Μου έκανε νόημα να την πιάσω. Πετάχτηκα επάνω και την πείρα από πίσω. Περπάτησα πίσω της, ανάμεσα στα παρτέρια που έφτιαχνε το βλέμμα της, ανάμεσα στους δρόμους που είχε ανοίξει πενήντα χρόνια πριν για να περπατήσω εγώ. Και εκεί είδα τους φίλους της. Αραχνοΰφαντους κρεμασμένους στον ήλιο για να στεγνώσουν. Μιλούσε μαζί τους χωρίς να ακούγεται μιλιά. Τα λόγια όμως γινόταν αντικείμενα που αιωρούνταν γύρω τους και όσο μιλούσαν τόσο βγαίναν από το στόμα τους αντικείμενα και πλήθυναν τόσο που την κρύψανε και έπαψα να την βλέπω. Είχε θαφτεί κάτω από τόνους αντικειμένων που αυτή δημιουργούσε
Σε κανένα δεν είπα ότι βγαίνω στο πάρκο και ότι εκεί είναι καλοκαίρι και ότι συνομιλώ με ανθρώπους της ηλικίας μου. Ότι εκεί βρίσκω το άγαλμα της μητέρας δίπλα στο δικό μου άγαλμα. ΄
πίνακας: Vladimir Kush

Η πραγματικότητα λιώνει.




Η πραγματικότητα λιώνει.


Η πραγματικότητα λιώνει. Ένα καφετί σεντόνι σκεπάζει τα μάτια, τυλίγεται γύρω από το λαιμό. Τα χέρια τρυπούν το γαλάζιο ουρανό για να μαζέψουν τα σύννεφα στο παιδικό κουβαδάκι του παιδιού μου. Μάτια- γίγαντες που έχουν δόντια και μασάνε τις προσωπικες αναμνήσεις, χωρίς κανένας να τα πάρει χαμπάρι, σκαρφαλώνουν πάνω στο γαλάζιο τοίχο. Τα άλογα δεμένα με το δακτυλάκι μια νυχτερίδας, που ένα όνειρο την κουβάλησε μέσα στο σαλόνι και κανείς δεν μπορεί να την ξεφορτωθεί. Τα άλογα χλιμιντρίζουν, το ποδοβολητό τους ηχογραφημένο ακούγεται να βογκάει σε μια γωνιά του παιδικού δωματίου
Τι έχουν να μου πουν οι φιλόσοφοι τώρα. Και οι μεγάλοι επιστήμονες ξεβράκωτοι μπροστά στην ανάπτυξη, καθώς οι αιώνιοι τοκογλύφοι της σκέψης περνάνε από εξετάσεις εκατομμύρια ψυχές που δεν κατάφερα ακόμα να δουν τον εαυτό τους να ξερνάει τους οικογενειακούς πλανήτες της διάτρητης κρεβατοκάμαρας Χλιμιντρίζω και εγώ. Χλιμιντρίζω και χτυπάω τις οπλές μου στα πλακάκια του μπάνιου, πηδάω μέσα στον αγωγό του εξαερισμού, και χύνομαι στο ποτήρι της λογικής για να με πιει ο πρώτος που θα πάρει την εξουσία του ξεχαρβαλωμένου κόσμου. Τέρατα κρεμασμένα από γραβάτες αιωρούνται μέσα μου. Χαριτωμένοι βρικόλακες που λένε αστεία πάνω από τεράστια μνήματα που τα λένε εργοστάσια ιστορικής συνείδησης. Με αυτά συμπληρώνουν τις λαϊκές φόρμες του παραμυθιού. Του προσωπικού μύθου που δεν γνωρίζει το τέλος του.
Η πραγματικότητα λιώνει Χιλιάδες ευσυνείδητοι εργάτες της πένας και της εικόνας κεντάν ένα κόσμο ρευστό που λιώνει στα δάκτυλα, που λιώνει στα μάτια, που καλύπτει το πρόσωπο. Τα ουρλιαχτά του, γίνονται τραγούδι και συνοδεύουν την όλη επιχείρηση.
πίνακας Jaker Yerka

Αργοπεθαίνει (Muere lentamente)



Αργοπεθαίνει
όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας,
επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές,
όποιος δεν αλλάζει το βήμα του,
όποιος δεν ρισκάρει να αλλάξει χρώμα στα ρούχα του,
όποιος δεν μιλάει σε όποιον δεν γνωρίζει.

Αργοπεθαίνει
όποιος έχει την τηλεόραση για μέντωρα του

Αργοπεθαίνει
όποιος αποφεύγει ένα πάθος,
όποιος προτιμά το μαύρο αντί του άσπρου
και τα διαλυτικά σημεία στο “ι” αντί τη δίνη της συγκίνησης
αυτήν ακριβώς που δίνει την λάμψη στα μάτια,
που μετατρέπει ένα χασμουρητό σε χαμόγελο,
που κάνει την καρδιά να κτυπά στα λάθη και στα συναισθήματα.

Αργοπεθαίνει
όποιος δεν "αναποδογυρίζει το τραπέζι"
όταν δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του,
όποιος δεν ρισκάρει τη σιγουριά του,
για την αβεβαιότητα του να τρέξεις πίσω απο ένα όνειρο,
όποιος δεν επιτρέπει στον εαυτό του, έστω για μια φορά στη ζωή του, να ξεγλυστρίσει απ' τις πανσοφές συμβουλές.

Αργοπεθαίνει
όποιος δεν ταξιδεύει,όποιος δεν διαβάζει,
όποιος δεν ακούει μουσική,όποιος δεν βρίσκει το μεγαλείο μέσα του

Αργοπεθαίνει
όποιος καταστρέφει τον έρωτά του,
όποιος δεν αφήνει να τον βοηθήσουν,όποιος περνάει τις μέρες του παραπονούμενος για τη κακή του τύχη
ή για τη βροχή την ασταμάτητη

Αργοπεθαίνει
όποιος εγκαταλείπει την ιδέα του πριν καν την αρχίσει,
όποιος δεν ρωτά για πράγματα που δεν γνωρίζει
ή δεν απαντά όταν τον ρωτάν για όσα ξέρει

Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις,
όταν θυμόμαστε πάντα πως για να 'σαι ζωντανός
χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη
από το απλό αυτό δεδομένο της αναπνοής.

Μονάχα με μιά φλογερή υπομονή
θα κατακτήσουμε την θαυμάσια ευτυχία.
πίνακας: Γεράσιμος Στέρνης

Εσύ...

Εσύ...

Eσένα λέω...
ΝΑΙ
Εσένα !
Εσένα πού κρυφοκοιτάς...
Περιμένοντας τής νύχτας τό σκοτάδι,
νά ρθει γιά νά διαβάσεις τίς σκέψεις μου.
Εγώ σέ νιώθω όμως...
Τήν κάθε σου φορά...τήν κάθε σου ματιά...

Νιώθω τήν λαχτάρα σου,τούς χτύπους τής καρδιάς σου...
Νιώθω τά πάντα σου,τήν ανάσα σου,
Τό δάγκωμα τών χειλιών σου...καθώς πλησιάζεις
Τήν παρουσία σου... τήν απουσία σου
Νιώθώ τού κορμιού σου τό άρωμα...
Μά...καί τό δάκρυ τών ματιών σου.
Αφήνω αναμμένα κεριά νά σε φωτίζουν,
μαζί μέ τό φώς τού φεγγαριου...
Νά βλέπεις τό φώς τους από μακρυά ,γιά νά ξέρεις
ότι έιμαι εδώ...ήμουν εδώ... θά είμαι εδώ ...

Πάντα, για σένα !

Μά σάν φεύγεις,άφηνέ μου κάτι...
Δεν με νοιάζει τι.
Γράψε μου ένα γεια !!
Γράψε μου τους στίχους από το αγαπημένο σου τραγούδι.
Γράψε μου για τα σύννεφά σου.
Για το χρώμα σου..άφησέ μου μια τελεία...ένα κόμμα...
Γράψε ένα ερωτηματικό,
κι ας μην υπάρχει καμιά ερώτηση...
Εγώ, θα ξέρω την απάντηση:

ΠΩΣ ΗΣΟΥΝ ΕΔΩ !
Άνοιξέ μου έναν δρόμο να έρθω να σε βρω.Να διαβάσω τις σκέψεις σου.
Αφηνέ μου όμως κάτι..καί γώ,θα το βάλω στα πολύτιμά μου...
Ένα παρών για να νικάω την απουσία..
Nα ξέρω..Ησουν εδώ...

ΕΙΣΑΙ ΕΔΩ ! !

Καλό ξημέρωμα νά'χεις,όπου καί νά'σαι...

Φτάνει να σέ βρεί καλά !

Βασίλης Παπακωνσταντίνου - Να κοιμηθούμε αγκαλιά

Να κοιμηθούμε αγκαλιά...

...να μπερδευτούν τα όνειρά μας...


και στων φιλιών τη μουσική ρυθμό να δίνει η καρδιά μας...



Να κοιμηθούμε αγκαλιά να μπερδευτούν τα όνειρά μας...



...για μια ολόκληρη ζωή να είναι η βραδιά δικιά μας...





Στην δική σου αγκαλιά...θέλω τα ξενύχτια μου...

μα...πάλι μέτρησα τ'αστέρια ...κι όμως,κάποια λείπουνε...

.

Επειδή υπάρχω...




...για να σεργιανίζω και πάλι στα πλακόστρωτα σοκάκια...μέσα στην παγωνιά και κάτω απο τα χτυπήματα της βαρυχειμωνιάς που ζυγώνει...

για να ερημώσει ξανά φέρνοντας την μοναξιά σε καθε σκοτεινή ερωτική γωνιά απο τις ερωτικές καρδιές που πετάριζαν με μοναδικό φώς,το ολόγιoμο καλοκαιρινό φεγγάρι που...πριν λίγες ημέρες...άπλωνε τον κόκκινο μανδύα του να αγκαλιάσει με την κοκκινάδα του τον έρωτα τους...


Τώρα...άρχισαν σιγά σιγά να κουρνιάζουν στις ζεστές χειμωνιάτικες φωλιές τους...και εγώ! επειδή υπάρχω!...θα σιγοσφυρίζω τα ερωτικά μου τραγούδια...με μοναδική συντροφιά...το φώς των φαναριών να τρεμοπαίζουν τις λυχνίες τους στις σκοτεινές γωνιές...Τωρα, που το ερωτικό φεγγάρι θα χαθεί πίσω από το μαύρο σκοτάδι που θα σκεπάσει τις έρημες πια γειτονιές...





Θα αφήνω και πάλι και σε κάθε παγωμένη νύχτα...τους ερωτικούς μελωδικούς ήχους απ'τα σφυρίγματά μου...να μπερδευτούν στον αέρα... μαζί με τις μυρωδιές του καμμένου ξύλου που βρίσκουν διέξοδο μέσα απ'τις πέτρινες καμινάδες...
Στροβυλίζουν
και σερνονται
πανω στα πέτρινα ντουβάρια...
Και εσυ...να!!
ακούς τον μελωδικό ηχο τους...
ολο και πιο δυνατά να πλησιάζει
στο δικο σου χειμωνιάτικο καταφυγιο..
στην απόμακρη μικρή ξύλινη σοφίτα...
στριφογυρίζοντας στον ρυθμό τους....
πανω στο ξύλινο πάτωμα...
σαν μια μικρή μπαλαρίνα

φορώντας τα χρυσά σου παπουτσάκια...
ολόχρυσα!!...σαν..
το χρυσό φτερό της πένας σου...
που βουτηγμένη στο βαθύ κόκκινο μελάνι,
χαράζεις πάνω στο χαρτί
τόν Αυγουστιάτικο ερωτα σου.






Χόρεψε!!!ερωτευμένη μπαλαρίνα...



αφήσου...χάσου και παλι πανω του
με αυτον τον χορό οπως τοτε...
ο "Αύγουστός" σου είναι εδώ...
σου φέρνει τόν "Χειμώνα" σου...
σκορπισμένος μπροστα στα πόδια σου...

Βαθύ κόκκινος...Βελούδινος...Ερωτικός!

Να τον ζεσταίνεις...και να τόν αποκοιμίζεις πάλι πάνω στο στέρνο σου...στην παγωνιά του χειμώνα...




Επειδή υπάρχω...




...μ
έσα στα σιωπηλά τραγούδια μου τις νύχτες σου
μέσα στις φλύαρες σιωπές των ματιών σου
μέσα στην κίνηση του κορμιού σου,παραδομένο στις μουσικές...









Το σουλατσάρισμα μου τελείωσε...η νύχτα φεύγει...
φεύγω και'γω μαζί της...

Καλόν μήνα!...το φθινόπωρο μπαίνει...ο χειμώνας ζυγώνει...











Σταματώ να σφυρίζω... με ενα απόσπασμα που διάβασα πρόσφατα απο την ερωτική ποιήτρια:
Delmira Agustini: Γεννήθηκα να ενοχλώ...

Έρωτας
Τον ονειρεύτηκα παράφορο, τρομερό και φλογερό' μιλούσα ακατάληπτα μ' ένα χείμαρρο λέξεων' ήταν μια ξεχειλισμένη θάλασσα από τρέλα και φωτιά, που κυλά στη ζωή σαν ένα αιώνιο ποτάμι. Σύντομα τον ονειρεύτηκα θλιμμένο, σαν έναν μεγάλο ήλιο στη δύση που διπλασιάζει πριν από τη νύχτα το φλογισμένο του κεφάλι' αργότερα γέλασε, και στο τόσο τρυφερό του στόμα μια ικεσία, ονειρευόταν ανάλαφρα την ψυχή της πηγής. Και σήμερα το όνειρο που είναι δονούμενο και απαλό και γελαστό και θλιμμένο, που όλα τα σκοτάδια και όλα τα ουράνια τόξα ντύνει, που, εύθραυστο σαν ένα είδωλο και αιώνιο σαν το Θεό, όταν εφαρμόζεται στη ζωή όλη του η μεγαλοπρέπεια αυξάνει: και το φιλί πέφτει φλεγόμενο να αρωματίσει το φυτό του ένα λουλούδι από φωτιά, με μαδημένα πέταλα, για δυο."

Και ναι!!! "Μαδημένα πέταλα για δύο"


"Σκάσε" και..Φίλα με!!

Επειδή υπάρχω...

...παρα..πα.. παμ παμ...What A Wonderful World...

.

Το δάκρυ σου...πάνω στο φιλί μου...

Το δάκρυ σου...πάνω στο φιλί μου...

Ηθελα,να τρέξει ένα δάκρυ απο τα μάτια σου...
να κυλίσει στο πρόσωπο σου...και σαν φτάσει
στην άκρη των χειλιών σου...να είμαι εκεί!
να το πάρω στα δικά μου χείλη...και να γλυκάνω
τον πόνο σου...

~.~.~


~.~.~

Σε βρήκα ακουμπισμένη έξω στον κήπο μου...στην βάση της πέτρινης γούρνας με νερό...

Σούρουπο ήταν...ναι...ναι...θυμάμαι καλά...σούρουπο ήταν...
Ο κορμός τσακισμένος...μερικά σκόρπια φύλλα γύρω σου...και κάνα δυο επάνω σου...
ίσα ίσα...που στέκονταν ...λες...και είχαν μπήξει τα νύχια τους μέσα στο κορμί σου
γατζωμένα...γι αυτήν την τελευταία ανάσα πριν το ξεψύχισμα...την στερνή προσπάθεια για την ζωή...μια ελπίδα για το ίσως...

"Αχ...καημένο μου..." ποιό χέρι απλώθηκε πάνω σου και σε τράβηξε απο την αγκαλιά της μάνας...ποια σκέψη...χωρίς την σκέψη...σε απομάκρυνε απο το δικαίωμα της ζωής...;
Υστερα...έπαιξε μαζί σου...τράβηξε απο μέσα σου με το έτσι θέλω τα όμορφα σου...απόλαυσε
τήν ευωδία σου...σε μαράζωσε,και ...ετσι ...απλά...σε πέταξε...
Αραγε...σε πόσες μανίες και ξεσπάσματα του ανέμου βρέθηκες ανάμεσα...σε πόσα λασπομένα μονοπάτια σε παρέσυρε...σέ πόσους αγρούς σε κύλισε η λύσσα του ανάμεσα σε αγριόχορτα και αγκαθωτά εμοβόρα αδίσταχτα κορμιά...και τώρα ...είσαι εδω...με σκισμένη φορεσιά...ξεγυμνωμένη από τις κακουχίες μπροστά στα πόδια μου...

Εβαλα τα δυο μου χέρια μέσα στην γούρνα με το νερό και ύστερα έγειρα απο πάνω σου...τα πέρασα κάτω απο το λαβωμένο σου κορμί και σαν μια αγκαλιά...σε έκλεισα μεσα τους να δροσιστείς...να ξεδιψάσεις και να νιώσεις λίγο απο στοργή και τρυφερότητα...σε κρατούσα απαλά μέσα τους...σε σήκωσα και σε έφερα κοντά στο πρόσωπό μου...να νιώθεις την ανάσα μου...
Ετσι!!...σαν ένα μωρό που νιώθει την φροντίδα και με το νανούρισμα το ηρεμεί από το κλάμα του...
Ανοιξα λίγο τις χούφτες μου...και άφησα τα χείλη μου να ακουμπήσουν επάνω σου...και τα έτριψα όσο πιο ελαφριά μπορούσα...

Αργό...στοργικό...βελούδινο επαναλαμβανόμενο χάδι...

Και σάν ένιωσες τήν φροντάδα της ψυχής μου πάνω στο σακατεμένο σου κορμί...άπλωσες το πρώτο σου χάδι πάνω στα χείλη μου...ενα λεπτό ματωμένο κόκκινο πέταλο είχε πάρει την πρώτη του ανάσα...
Το ένιωθα...πόσο ήρεμη γεμάτη με εμπιστοσύνη στά χέρια μου...αφηνόσουν σιγα σιγα σε τούτα τα χείλη...σε σαγήνευε η γλύκα του φιλιού...τα πέταλα χαλάρωναν και ανοιγόσουν μεσα σε αυτην την αγκαλιά που ήσουν ξαπλωμένη...ενιωθα τις κινήσεις και το τρέμουλο του κορμιού σου...κούρνιαζες ανάμεσα στα χείλη και τριβόσουν πάνω τους καθώς αυτά σερνόντουσαν στο πέρασμα τους...διχως... να σε αφήσουν λεπτό απο το φιλί τους...
Ρουφούσαν την κάθε τρυφερή γωνιά...και σε κάθε σκληρό πληγωμένο σημείο που είχε απομείνει...στέκονταν και το μέλωναν με τα φιλιά τους...να μαλακώσει και να αισθανθεί και αυτό την απόλαυση της στιγμής...
Εσταζες πιά απο ικανοποίηση και απόλαυση...και η μικρή σου καρδούλα...σπαρταρούσε μέσα σε μια λίμνη απο συρόπι...βουτηγμέμη και χαμένη πλησιάζοντας πια στο ζενίθ της απο το μεθύσι...
Απομάκρυνα το φιλί και άνοιξα τα μάτια μου...και εσύ...είχες άνοιξει πια μπροστά στο βλέμμα τους την αγκαλιά σου...με προσκαλούσες ...ναι!! σαν να σε άκουγα να μού λές...
"Ελα...βυθίσου μέσα μου καλέ μου γητευτή...ανίχνευσε μέσα μου...ψάξε με και γλύκανε κάθε μου πόνο..."
Δεν υπήρχε χρόνος...δεν υπήρχε νούς...δέν υπήρχε κάν το ΔΕΝ...μαγεμένος ήδη γλυστρούσα μεσα σ'αυτην την αγκαλιά...αφημένος στο άγνωστο...στρυφογυρίζοντας ψηλαφίζοντας και απολαμβάνοντας το κάθε σημείο...αργά...δεν ηθελα να προσπεράσω και να χαθεί σημείο που να μήν το νιώσω...γιατι ένιωθα...ένιωθα κάθε φορά που έσφιγγες την αγκαλιά σου...ένιωθα την κάθε φορά που με έπνιγες αφήνοντας πάνω μου την ζεστή λατρεία σου...
ένιωθα την λαχτάρα σου και το τίναγμα σου στην καθε φορά που στριφογύριζα γλυκαίνοντας τους πόνους...ένιωθα...ένιωθα...τα ΟΛΑ σου ένιωθα...
Σύρθηκα και πετάχτηκα στο κενο...μεσα απο την αγκαλια σου...αφήνοντας το φιλί μου...εκεί!στην ακρη των χειλιών σου...να αναπνέυσω...

Ηρθε και ξεπρόβαλε απο μέσα σου και στάθηκε στην ακρη...το δάκρυ...και ύστερα...αναπήδησε ελαφρά...
κύλισε πανω σου αργά...και έσταξε πάνω στο φιλί μου...μαζέυτηκε...και κούρνιασε ανάμεσα στα χείλη μου...εκλεισα τα μάτια...και με βαθιά ανάσα το ρούφηξα μεσα μου...
Γλυκόπικρη γεύση...
Σήκωσα τα βλέφαρα και εριξα το βλεμμα μου πάνω σου...
Ησουν εκεί...έλαμπες...καί με ενα χαμογελο...μου πρόσφερες την λάμψη της ομορφιά σου...αυτη...που πρίν λιγες ώρες ήταν χαμένη ...
Χαμογέλασα και δίχως μιά λέξη ανοιξα τα χέρια μου...αφήνοντα σε στον αέρα να φύγεις...να ξανανιώσεις την ζωή...και έφυγες...χάθηκες σε εκείνο το σκοτάδι...!!


Γιά να ξεναέρθεις μετά απο μερικές ημέρες καλοντυμένη...όλο ζωντάνια και δροσιά...και να χτυπήσεις την πόρτα της ζωής μου...!!


Ετσι! τέτοιο ήταν το χρώμα της αγαπημένης σου φορεσιάς...
Απλά...έγειρες και ακούμπησες εκείνο το πρωινό...στην μια πλευρά τού παραθύρου...

~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~.~

Αφιέρωμα:

Σέ εκείνη...τήν νύχτα...

Φίλε...

Φίλε...






~.~.~


Ακου πως νιώθω,

Ηθελα να είσαι απόψε μαζί μου και να μου κάνεις παρέα.
Καιρό έχουμε να τα πούμε οι δυο μας,καιρό έχουμε να δώσουμε σημασία ο ένας στον άλλο.
Φίλε,περιμένω κάτι να αλλάξει αλλά... όλα μοιάζουν ακόμη πολύ θολά...
Υπάρχει αγάπη γύρω μου,που με αγγίζει...μέ χαιδεύει...με αφήνει κάποιες φορές να μπω στην αγκαλιά της.
'Ερχονται στιγμές που με ηρεμεί,με καταπραΰνει...υπάρχουν όμως και εκείνες οι μοναδικές φορες,που με ανεβάζει πολύ ψηλά...
ΤΟΣΟ...όσο δέν έχει τίποτε αλλο σημαντικό στον κόσμο.
Στο ψηλότερο μέρος της καρδιάς της.
Δεν ξέρω φίλε μα..φοβάμαι...όσο λιγότερο εκείνη με φοβάται και με πλησιάζει...τόσο εγω κανω ένα βήμα πιο εκεί και απομακρύνομαι...άλλες φορές όμως τήν τραβώ μαζί μου και παρασύρω και εκείνη παραπέρα...

Φοβάμαι.

Νομίζω πώς δεν έχω πια την ικανότητα να διαχειριστώ μια απλή εάν θες, σχέση συντροφικότητας...είναι περιπτώσεις που φορτώνω αρνητική ενέργεια μέσα μου που μαζεύεται και γίνεται ένας εκρηκτικός μηχανισμός στο τέλος απο θυμό..ετσι..χωρίς ιδιαίτερη αιτία...που ψάχνει να βρεί διέξοδο...
Αποτέλεσμα,την εκτοξεύω ορμητικά επάνω της...

Φίλε,νομίζω δεν είμαι στα καλά μου...

Ούφ...τι περίεργη νύχτα απόψε...

Ξέρεις,οι ενοχές μου για αυτό το αποτέλεσμα με κάνουν φορέα δυστυχίας και μελαγχολώ...νομίζω πώς έχω χάσει τον ατομικό μου προσανατολισμό...
Βρίσκομαι μονίμως μέσα σε μια πίεση,ανησυχία,προβληματισμό,εκνευρισμό...αυτό όμως που επιμένει να μου χαλάει καθημερινά την διάθεση είναι το ότι βρίσκομαι πάντα μέσα στην διαδικασία να σκέφτομαι αυτό το "Πρέπει" και το "Γιατί"
Σκέφτομαι...τι όμορφη που είναι μια αρχή μα...συμπλήρώνει την σκέψη μου και ένα τέλος...
Μπορώ να σκεφτώ μόνο το σήμερα...ΟΧΙ δεν θέλω την αρπαχτή μιας σχέσης...
Φοβάμαι όμως το αύριο...
Δεν θέλω να βλάψω κανέναν...δεν θέλω να πονέσει εκείνη...στη θλίψη που αφήνει ένα τέλος και ύστερα ο αποχωρισμός...

Φίλε,δεν είμαι στα καλά μου...

~.~.~

Υ.Γ " Συνέχισε να με αγκαλιάζεις ακόμα...έστω και αν διαβάζεις αυτή την κυκλοθυμική μου διάθεση απόψε..άλλωστε...πρέπει να είσαι έτοιμος για μια μεγάλη αγάπη."

Φιλί.!

Για τους επισκέπτες αναγνώστες: .Μην γελάς,ο καλύτερος σου φίλος για να συζητήσεις...είναι ο ίδιος σου ο εαυτός!

..

I lose control...

I lose control...


~.~.~


~.~.~

I lose control because of you babe.
I lose control when you look at me like this.
Theres something in your eyes that is saying tonight.
I'm not a child anymore, life has opened the door
To a new exciting life.


I lose control when I'm close to you babe
I lose control don't look at me like this
there's something in your eyes, is this love at first sight
like a flower that grows, life just wants you to know
all the secrets of life

It's all written down in your lifelines.
It's written down inside your heart.


You and I just have a dream.
To find our love a place, where we can hide away.
You and I were just made.
To love each other now, forever and a day.


I lose control because of you babe.
I lose control when you look at me like this.
Theres something in your eyes that is saying tonight.
I'm so curious for more just like never before.
In my innocent life.


It's all written down in your lifelines.
It's written down inside your heart.


You and I just have a dream.
To find our love a place, where we can hide away.
You and I were just made.
To love each other now, forever and a day.

Time stands still when the days of innocence.
Are falling for the night.
I love you girl I always will.
I swear I'm there for you.
Till the day I die.

Yeahhhhh...


You and I just have a dream.
To find our love a place, where we can hide away.
You and I were just made.
To love each other now, forever and a day.

Δευτέρα 28 Απριλίου 2014

η ψυχη μου τραγουδι....ερωτευμενου....


η ψυχη μου τραγουδι....ερωτευμενου....

Στο γεφυρι στεκομουν
πριν λιγο καιρο μεσα στη μαυρη νυχτα
ενα τραγουδι ερχοταν απο μακρια
και στον τρεμαμενο καθρεφτη του νερου
σταλαγματιες κυλαγαν
....................................................
φωτα μουσικη
ταξιδευαν το δειλινο μεθυσμενα
η ψυχη μου ενα παιχνιδι χορδων
τραγουδουσε στον εαυτο της κρυφα
σαν αορατα να την αγγιζαν δαχτυλα
ενα τραγουδι για βαρκουλα
τρεμοντας απο πολυχρωμη ευτυχια
.......................................................
Μηπως την ακουγε κανενας;;;;;.....